Σχετικά με τον "Επιβατήριο" Λόγο του Νέου Αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου
Το παρακάτω άρθο παρουσιάζεται στην τρέχουσα αρχική σελίδα του περιοδικού Δαυλός και είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικό για τη νοοτροπία (αλήθεια = λήθη, μαύρο = άσπρο!) και τις απόψες (Χριστιανισμός = απαρχή του πολιτισμού, της επιστήμης, της τέχνης!) που προσδοκούν να περάσουν στο ποίμνιο οι ιθύνοντες της εν Ελλάδι Ορθοδόξου Ανατολικής του Χριστού Εκκλησίας. Απολαύστε το κείμενο:
- Ποιός γέννησε την Επιστήμη;
- Η Εκκλησία.
- Ποιός γέννησε τον Πολιτισμό;
- Η Εκκλησία.
- Ποιός γέννησε την Τέχνη;
- Η Εκκλησία.
- Ποιοί ήταν οι πρόγονοί μας;
- Οι Βυζαντινοί.
- Από τι πρέπει να εμπνέωνται οι μουσικοί μας;
- Από την εκκλησιαστική μουσική.
- Από τι πρέπει να εμπνέωνται οι λογοτέχνες
μας;
- Από τους "Χαιρετισμούς της Θεοτόκου" και από τους Πατέρες της Εκκλησίας.
- Από τι πρέπει να εμπνέωνται οι αρχιτέκτονές μας;
- Από τα μοναστήρια και τις εκκλησίες.
- Από τι πρέπει να εμπνέωνται οι ζωγράφοι μας;
- Από τις εικόνες των εκκλησιών
- Είναι στρατευμένα όλα αυτά;
- Όχι, δεν είναι.
«Ένα δεύτερο σημείο που βασανίζει τον λογισμό μου είναι η ευθύνη μας για την πορεία του νεοελληνικού πολιτισμικού γίγνεσθαι. Επιτρέψτε μου να απευθύνω τον λόγο προς τους ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών, της επιστήμης και της τεχνολογίας, προς όλα εκείνα τα ανήσυχα πνεύματα, που επιμένουν να προβληματίζωνται για τα κοινά και δεν αισθάνωνται ικανοποιημένοι από την ακινησία, τη στασιμότητα και τη δουλεία του αυτονόητου.
» Εμείς, οι εκκλησιαστικοί ταγοί, έχουμε μία υποχρέωση απέναντί σας και εσείς έχετε ένα χρέος στο γένος μας και στην Ιστορία. Η Εκκλησία πρέπει να ξαναβρεί τους τρόπους να κεντρίζει και να εμπνέει το ανθρώπινο πνεύμα. Όπως τότε που γονιμοποίησε τις τέχνες και τις επιστήμες και γέννησαν πολιτισμό. Τότε που και οι πέτρες μαρτυρούσαν το μεγαλείο της ορθόδοξης θεολογίας, καθώς αυτή εκφραζόταν μέσω της αρχιτεκτονικής των ναών και των μοναστηριών. Τότε που η Αγιά Σοφιά η τα μοναστήρια του Οσίου Λουκά και του Δαφνιού μαρτυρούσαν με την άρρητη γλώσσα του πολιτισμικού επιτεύγματος περί της αναστημένης ελπίδας του ανθρώπου.
» Τότε που ο πεζός και ο ποιητικός λόγος γέννησαν ύψιστης πολιτισμικής αξίας εκφράσεις του ανθρωπίνου πνεύματος, όπως ο Ακάθιστος Ύμνος η τα κείμενα των Πατέρων της Εκκλησίας, και από τα βάθη της ανθρώπινης ευαισθησίας αναδύθηκε το κάλλος της βυζαντινής μουσικής. Σπεύδω να διευκρινίσω:
» Δεν σας καλώ να κατασκευάσετε στρατευμένη χριστιανική τέχνη. Σας προσκαλώ και σας προκαλώ να ξαναανακαλύψουμε μαζί τους χυμούς που έθρεψαν τις ψυχές των προγόνων μας και γέννησαν τον πολιτισμό που κληρονομήσαμε. Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, της κρίσης των ιδεολογιών, της ψευδεπίπλαστης διανόησης, του ευτελισμού της καλλιτεχνικής και της πνευματικής δημιουργίας και της υποταγής τους στον αδηφάγο καταναλωτισμό έχουμε αναπόδραστο καθήκον να συμβάλουμε ως Εκκλησία στην παραγωγή πολιτισμού.
» Τα μοναστήρια μας, οι Εκκλησιές μας –ακόμα και οι
ερειπωμένες–, η υμνογραφία μας, αλλά και όσα στοιχεία της παράδοσής μας διασώζονται στη σύγχρονη νεοελληνική πολιτισμική κληρονομιά, είναι αψευδείς μάρτυρες της ανάγκης γι’ αυτή τη συνάντηση.
» Σας παραπέμπω ενδεικτικά στη νεοελληνική ζωγραφική που κρύβει μέσα της τη βυζαντινή αγιογραφική παράδοση, στην ποίηση που αντλεί αφανώς χυμούς από την εκκλησιαστική υμνογραφία η στη σύγχρονη ελληνική μουσική, λαϊκή η έντεχνη, που κρύβει μέσα της τους δρόμους του βυζαντινού μέλους.
» Ακόμη και στον υπερρεαλισμό των νεώτερων ζωγράφων
διακρίνει κανείς τις επιρροές των αγιογράφων δασκάλων τους. Όλα αυτά κραυγάζουν για την κοινή μας ευθύνη να συναντηθούμε ξανά, Εκκλησία και ανθρώπινη δημιουργικότητα, για να οικοδομήσουμε και πάλι πολιτισμό και να εγγράψουμε πολιτιστικές παρακαταθήκες για το αύριο των παιδιών μας και του τόπου μας.»
Είναι απίστευτο· και όμως ο τρόπος αντίληψης της Ιστορίας, που χειροπιαστά αναδεικνύεται στο κείμενο αυτό, αν δεν υπηρετεί μία ωμή και ανατριχιαστική σκοπιμότητα, θα μπορούσε να εκληφθεί ως πρωτότυπα παράλογος αν όχι παρανοϊκός. «Η Εκκλησία πρέπει να ξαναβρεί τους τρόπους να κεντρίζει και να εμπνέει το ανθρώπινο πνεύμα, όπως τότε που γονιμοποίησε τις τέχνες και τις επιστήμες και γέννησαν πολιτισμό», είναι η φράση που με κανένα τρόπο δεν μπόρεσε έως τώρα να θέση στα χείλη του ένας προκαθήμενος χριστιανικής Εκκλησίας, για τον απλούστατο λόγο ότι και οι τρεις κεντρικές της λέξεις «τέχνη», «επιστήμες», «πολιτισμός» είναι έννοιες που στη χριστιανική αντίληψη και γλώσσα ήταν απαγορευμένες και αποτελούσαν ακριβώς τον θανάσιμο εχθρό, το αντίπαλο δέος του δόγματος. Αν εξαιρέσωμε την πρώτη έννοια «τέχνη», η οποία εννοήθηκε από τον Χριστιανισμό πάντοτε ως στρατευμένη υπηρέτρια του δόγματος (εκκλησιαστική μουσική, αγιογραφική ζωγραφική, εκκλησιαστική ποίηση, εκκλησιαστική αρχιτεκτονική) και ποτέ ως ελεύθερη δημιουργία, οιαδήποτε άλλη καλλιτεχνική δραστηριότητα αντιμετωπίσθηκε και αντιμετωπίζεται ως εχθρός –και είναι πράγματι εχθρός κάθε δογματισμού.
Η Εκκλησία λοιπόν, όπως δύο φορές τονίζεται στο απερίγραπτο αυτό κείμενο, «γέννησε τον πολιτισμό». Κι αυτός ο πρωτογέννητος πολιτισμός, πριν από τον οποίο οι άνθρωποι ήταν πολιτισμικά στείροι κι άγονοι, δεν είναι άλλος από τα μοναστήρια και τις εκκλησίες στην (ασιατική) Αρχιτεκτονική, τα (ανθελληνικά) κείμενα των Πατέρων της Εκκλησίας και τους «Χαιρετισμούς της Θεοτόκου» στην Λογοτεχνία, την (ανατολίτικη) βυζαντινή ρινοφωνία στην Μουσική και τις αγιογραφίες στην Ζωγραφική. Αυτά «έθρεψαν τις ψυχές των προγόνων μας και γέννησαν τον πολιτισμό που κληρονομήσαμε». Κι όλα αυτά λέγονται σε μία χώρα με έναν πολιτισμό, του οποίου η προχριστιανική Αρχιτεκτονική, η προχριστιανική Λογοτεχνία, η προχριστιανική Μουσική και η προχριστιανική ανάγλυφη Ζωγραφική (αρχαιοελληνικοί ζωγραφικοί πίνακες δεν διασώθηκαν λόγω των φθαρτών υλικών τους) παραμένουν εσαεί τα αιώνια πρότυπα και πρωτότυπα που τα μιμούνται οι πολιτισμένοι άνθρωποι όπου Γης.
Ο παγκόσμιος Ελληνικός Πολιτισμός δέχεται μία από τις χειρότερες προσβολές, που κατά καιρούς διαπράχθηκαν εναντίον του, από τότε που έλαμψε, φώτισε κι εξανθρώπισε την ανθρωπότητα. Η τελευταία ύβρις, ύπουλη και δόλια, διαπράχθηκε στις 16 Φεβρουαρίου, στο κέντρο του κέντρου όπου άνθισε, στο κέντρο της Αθήνας, λίγα μέτρα μακρύτερα από την Ακρόπολη, το παγκόσμιο αυτό σύμβολο της ελευθερωτικής και εξαληθευτικής περιόδου της Ιστορίας, της εποχής που η Επιστήμη, η Φιλοσοφία, η Τέχνη και η Πολιτεία εκτοξεύθηκαν ως μοντέλα ζωής, που ισχύουν ολοζώντανα σήμερα παντού, όπου ευδοκιμεί η ελευθερία και η έλλογη και αδογμάτιστη αντίληψη της πραγματικότητας.
Αυτός ο αέρας που αποπνέει τον πιο ζοφερό Μεσαίωνα, που για εμάς τους Έλληνες συνεχίζεται ως βυζαντινισμός, ολοζώντανος και πανίσχυρος το 2008 σ’ όλες τις εκδηλώσεις της ζωής μας, αυτός ο σκοταδισμός που μας χαρίζει τους επίζηλους τίτλους της «Τελευταίας Θεοκρατίας στην Ευρώπη» και των «Παγκόσμιων Πρωταθλητών της Διαφθοράς», είναι ιδεώδες, που το θέτουμε τόσο ψηλά, ώστε να μη μας περισσεύει ούτε μία λέξη, ούτε μία έμμεση αναφορά που να υπαινίσσεται έστω ότι ο Παγκόσμιος Πολιτισμός γεννήθηκε στην προχριστιανική Ελλάδα και εξαφανίσθηκε ακριβώς την ιστορική στιγμή που με αιματηρή βία έγινε επίσημη θρησκεία του Βυζαντίου ο Χριστιανισμός.
Και για να μη μείνει καμμιά αμφιβολία για το ποιό ιστορικό πρότυπο κρύβεται στο απίθανο αυτό κείμενο, διαβάστε τη συνέχεια:
«Οφείλω να καταθέσω ενώπιόν σας την εμπιστοσύνη μου στην πρόνοια του Θεού, ο οποίος φρόντισε στον μαρτυρικό θρόνο της βασιλίδος των πόλεων να στέκεται σήμερα βράχος ακλόνητος της Ορθοδοξίας και σοφός οιακοστρόφος της εκκλησιαστικής μας πορείας ο ταπεινός αλλά στιβαρός, ο τολμηρός αλλά σώφρων, ο ριζωμένος στην ορθόδοξη παράδοση αλλά βαθύς γνώστης των παγκοσμίων εξελίξεων Πατριάρχης του Γένους, ο Παναγιώτατος Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος.
» Η ελλαδική Εκκλησία, έχουσα επίγνωση της ιστορίας του γένους των Ελλήνων, της εκκλησιαστικής μας ιστορίας και της ορθόδοξης εκκλησιολογίας φέρει βαρειά την ευθύνη επί των ώμων της για τον τρόπο που θα διαφυλάξει τα παραδεδομένα, όσον αφορά στη σχέση της και τη συνεργασία της με το Οικουμενικό Πατριαρχείο.»

Απλώς θα προσθέσωμε, ότι το κείμενο αυτό εκφωνήθηκε σε επήκοο εκατοντάδων πολιτικών, στρατιωτικών, πνευματικών και λοιπών ταγών μας, οι οποίοι με σταυρωμένα χεράκια ως κατηχητόπουλα το άκουαν με βαθύτατη θρησκευτική κατάνυξη, ιερή συγκίνηση και ελληνική περηφάνεια.
Ρομαντικέ Παλαμά, όταν πριν έναν αιώνα αισιοδοξούσες γράφοντας
«...και μην έχοντας πια άλλο σκαλίαν ζούσες σήμερα, θα έβλεπες ότι υπήρξαν κι άλλα σκαλιά στην ιστορική κατρακύλα, ενώ τα πρωτινά και μεγάλα φτερά δεν φύτρωσαν ποτέ. Σήμερα πια ίσως το μόνο αξιοπρεπές που μπορούμε να κάνωμε είναι να πάψουμε να ρυπαίνουμε ιστορικά και πνευματικά τον Άγιο αυτόν Τόπο και τη λέξη «Ελλάδα» να την μετονομάσουμε επίσημα σε Βυζάντιο η Ρωμανία, και οι «Έλληνες» να μετονομασθούμε Ρωμιοί η Βυζαντινοί. Έτσι ίσως θα αραιώσει το πέπλο του ζόφου, που πλέξαμε και από κάτω του εξαφανίσαμε τον πρωτινό Πολιτισμό.
να κατρακυλήσεις πιο βαθιά
στου Κακού τη σκάλα,
θα αισθανθείς να σου φυτρώνουν τα φτερά,
τα φτερά τα πρωτινά σου τα μεγάλα»,