Σάββατο 3 Φεβρουαρίου 2007

Ο μύθος του κρυφού σχολειού και του ρόλου της Εκκλησίας στην μόρφωση των Ελλήνων επί Τουρκοκρατίας

Στο άρθρο του Δαυλού (Τεύχος 231, Έτος 2001), που μπορεί κανείς να κατεβάσει από τη διεύθυνση:

http://www.davlos.gr/pdf/147710.pdf

με τίτλο:

Αγία Λαύρα, Κρυφό Σχολειό κ.λπ. ψεύδη του ελληνοχριστιανικού ιδεολογήματος

Διαβάζουμε τα παρακάτω:


Ο μελετητής του μεσαιωνικού Ελληνισμού Βασίλης Μισυρλής αναφέρει: "Κρυφό σχολειό υπήρχε για τα Ελληνόπουλα μέχρι την ηλικία των 11 χρόνων, όχι γιατί οι Τούρκοι απαγόρευαν στους Ρωμιούς να μορφωθούν, αλλά διότι οι Έλληνες έκρυβαν τα παιδιά τους για να μην τα πάρουν γενίτσαρους ή για την πρακτική εφαρμογή του οθωμανικού δικαίου. Όμως το πιο συγκλονιστικό είναι άλλο. Τα πρώτα και πραγματικά κρυφά σχολειά που καταγράφει η ιστορία είναι τον 8ο αιώνα στην Καισαριανή από Έλληνες Εθνικούς, όπου εδίδασκαν κρυφά απ' τους Χριστιανούς τους Έλληνες φιλοσόφους στα παιδιά τους, προκειμένου να τα εισάγουν στην απαγορευμένη με ποινή θανάτου θύραθεν παιδεία."
Ας δούμε τις σχετικές απόψεις και μερικών ιστορικών, ξένων και Ελλήνων.
Ο Φιλήμων στο έργο του "Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Ελληνικής Επαναστάσεως", τόμος γ΄, κεφ. κβ΄ αποκαλεί το κρυφό σχολειό "παχυλόν ψεύδος". Ο Σπυρίδων Τρικούπης στην "Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως", τόμος Α΄, σ. 229, το χαρακτηρίζει "μέγα ψεύδος". Ο Ιωάννης Βλαχογιάννης, που αγωνίστηκε με πάθος να θεμελιώσει στην αρχειακή έρευνα την ιστορία του '21, αναφέρει: "Δεν υπάρχει καμιά ιστορική μαρτυρία, που να βεβαιώνει την ύπαρξη κρυφού σχολειού". Ο Φίνλεϋ στο "Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως", τόμος Α΄, σελ. 217, λέγει: " Τούτο δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια".
Η καθιέρωση του ιστορικού αυτού ψέματος βοηθήθηκε απ' τους ζωγράφους Γύζη (1824-1901) και Βρυζάκη (1814-1878). Ο Γύζης έκανε ανώτερες σπουδές στη Σχολή Καλών Τεχνών του Μονάχου με υποτροφία του Ορθόδοξου Ιδρύματος της Τήνου υπό την αιγίδα της Εκκλησίας: Ο καλλιτέχνης δημιούργησε τα έργα "Η Κιβωτός του Νώε", "Ιωσήφ και Φαραώ", "Ιουδήθ και Ολοφέρνης", "Ο θρίαμβος της Θρησκείας", το περιβόητο "Το Κρυφό Σχολειό" κ.α. Ο πίνακας του Βρυζάκη "Ο μητροπολίτης Π.Π. Γερμανός υψώνει την σημαίαν της ελευθερίας" (1851) και ο πίνακας του Γύζη "Το Κρυφό Σχολειό" (1886) έγιναν σε μια συγκεκριμένη εποχή, οπότε οι σχέσεις πολιτείας και εκκλησίας είχαν δεθεί με το καθιερωθέν τότε επίσημο κρατικό ιδεολόγημα του "Ελληνοχριστιανισμού". Ο "Δαυλός" σε προηγούμενα τεύχη του έχει ερευνήσει την υπόθεση "Αγία Λαύρα" και έχει ανατρέψει και το μεγάλο αυτό ψεύδος με ιστορικά και μόνο στοιχεία.
Τα παραπάνω ιστορικά κατασκευάσματα πέρασαν και στην ελεγχόμενη από το κράτος παιδεία, από τα σχολικά αναγνώσματα έως τα σχολικά τραγούδια. Στις 12 Μαΐου 1999 το Ασσοσιέιτεντ-Πρέςς διένειμε στον τύπο μια φωτογραφία, όπου απεικονίζεται η αναπαράσταση του "κρυφού σχολειού" με κούκλες (υπάρχει μέχρι σήμερα στη Μονή Πεντέλης). Το συνοδευτικό κείμενο βασιζόταν στις θέσεις του καθηγητού Αγγέλου και της καθηγήτριας Ελισάβετ Ζαχαριάδου, η οποία υπογράμμιζε οτι: "Οι ιστορίες αυτές είναι καθαρές μυθοπλασίες, όπου δημιουργήθησαν απ' την εκκλησία, για να ενισχύσει την θέση της και το γόητρό της". Το Οικουμενικό Πατριαρχείο, αφού αφόρισε την Ελληνική Επανάσταση (βλ. "Δαυλός", τεύχη Μαρτίου 1999 και Μαρτίου 2000), τους φιλικούς και οπλαρχηγούς, δημιούργησε και έστησε ψεύτικα γεγονότα, αλλάζοντας την ιστορία. Η αποκατάσταση της αλήθειας και η απονομή ιστορικής δικαιοσύνης είναι αναγκαίο να γίνουν, για να προχωρήσει το έθνος μας εξελικτικά στο μέλλον.

Βασίλειος Μαυρομάτης

Και πάλι στο περιοδικό "Δαυλός" στην παρουσίαση άρθρου σχετικού με το "κρυφό σχολειό" (Τεύχος 278 , Έτος 2005)

με τίτλο:

Πώς το οστεοφυλάκιο μεταμορφώθηκε... σε “κρυφό σχολείο”. Ιστορική απάτη στη Μονή Πεντέλης.

διαβάζουμε:

Μία από τις εμπειρίες που είχα σα μικρό παιδί και που μάλλον δεν πρόκειται να ξεχάσω ποτέ ήταν οι δύο–τρεις επισκέψεις μου στο οστεοφυλάκιο της Μονής Πεντέλης στα τέλη της δεκαετίας του '60. Με πήγαινε η γιαγιά μου –κάτοικος Πεντέλης– προκειμένου να επισκεφθούμε το χώρο που ήταν φυλαγμένα τα οστά του προ πολλού πεθαμένου παππού μου. Θυμάμαι να νοιώθω δέος και τρόμο, καθώς η γιαγιά άνοιγε τη δεξιά της κεντρικής εισόδου της μονής μεγάλη ξύλινη πόρτα και μπαίναμε στο γεμάτο κασόνια σκοτεινό δωμάτιο. Ωρισμένα από αυτά –τα πιο παλιά– δεν ήταν σε καλή κατάσταση και τα οστά φαίνονταν εύκολα. Άσχημο θέαμα για ένα μικρό παιδί. Όταν μετά από χρόνια ξαναπήγα στη Μονή Πεντέλης, θυμήθηκα το οστεοφυλάκιο –πως ήταν δυνατόν να το ξεχνούσα;– και πήγα να ρίξω μία ματιά. Με έκπληξη είδα απ’ έξω μια πινακίδα να γράφη “Κρυφό Σχολειό”.
Ελυθερίου Κίμων

Ας δούμε τώρα πώς οι απόψεις, που υποστηρίζει το περιοδικό "Δαυλός" επιβεβαιώνονται και από άλλα ιστορικά κείμενα:

Ας έρθουμε στην "Ελληνική Νομαρχία" του Ανωνύμου Έλληνος. Ας δούμε κάποιες μαρτυρίες μέσα από αυτό το διαφωτιστικό κείμενο, που όμως δεν φτάνει στο σημείο να επιρρίψει ευθύνες στην ίδια τη θρησκεία του Χριστιανισμού – την οποία ο συγγραφέας του εγχειριδίου δείχνει να ασπάζεται – αλλά στο αμαθές και ανήθικο ιερατείο.
Στο "Βιβλίο τέταρτο: Οι συνεργοί της τυραννίας", ο συγγραφέας γράφει τα παρακάτω:

Δυο αίτια ώ Έλληνές μου ακριβοί, οπού μέχρι της σήμερον μας φυλάττουσι δεδεμένους εις τας αλύσους της τυραννίας, είναι δε το αμαθές ιερατείον και η απουσία των αρίστων συμπολίτων...
Η Σύνοδος αγοράζει τον πατριαρχικόν θρόνον από τον οθωμανικόν αντιβασιλέα δια μίαν μεγάλην ποσότητα χρημάτων, έπειτα τον πωλεί ούτινος της δώση περισσότερον κέρδος, και τον αγοραστήν τον ονομάζει πατριάρχην. Αυτός, λοιπόν δια να ξαναλάβη τα όσα εδανείσθη δια την αγοράν του θρόνου, πωλεί τας επαρχίας, ήτοι τας αρχιεπισκοπάς, ούτινος δώσει περισσοτέραν ποσότητα, και ούτως σχηματίζει τους αρχιεπισκόπους, οι οποίοι πωλώσι και αυτοί εις άλλους τας επισκοπάς των. Οι δε επίσκοποι τας πωλώσι των χριστιανών, δηλαδή γυμνώνουσι τον λαόν, δια να εβγάλωσι τα όσα εξώδευσαν. Και ούτος εστίν ο τρόπος, με τον οποίον εκλέγονται των διαφόρων ταγμάτων τα υποκείμενα, δηλαδή ο χρυσός.
Ο τρόπος δε, με τον οποίον εκπληρούσι τας υποσχέσεις των προς τον λαόν και προς τους εκκλησιαστικούς νόμους, είναι ο ακόλουθος. Ο πατριάρχης, αφού ηξεύρει να αναγνώση δυο κατεβατά από το ψαλτήριον του Δαβίδ, κρίνεται άξιος τοιαύτης αρχής από την Σύνοδον, αυτή δε ηξεύρει να αναγνώση περισσότερον από αυτόν και τας Πράξεις των Αποστόλων [1]. Διά να γράψη, δεν ερωτάται αν ηξεύρη, επειδή δεν του είναι αναγκαίον. Μάλιστα, το όνομά του το γράφει με τόσα κλωθογυρίσματα – εις το οποιον τον μιμούνται και οι αρχιεπίσκοποι και οι επίσκοποι και μερικοί πρωτοσύγκελλοι – οπού και ανορθόγραφον αν είναι, όπερ και πιθανότατον, κανείς δεν το καταλαμβάνει, και δια τούτο φυλάττει γραμματικούς, νέους προκομμένους, έχει δε και τον πρωτοσύγκελλον και αρχιμανδρίτην, οίτινες οπωσούν μετριάζουν την θηριότητα της αμαθείας του κυρίου των...
Ευκόλως ημπορεί να προϊδή ο αναγνώστης τα περί των αρχιεπισκόπων, όταν η αρχή είναι τοιαύτη. Ας μάθη όμως, οτι αυτοί υπερβαίνουσιν και εις την αμάθειαν και εις τα κακά έργα, και την Σύνοδον και τον Πατριάρχην...
Η αμάθεια του λαού ακόνισεν τόσον τα αρχιερατικά σπαθία, οπού κανείς δεν τους αντιστέκεται. Μ' εν κατεβατόν με κατάρας, οπού η πλέον διαβολική διάθεσις φοβεροτέρας βέβαια δεν ήθελεν ημπορέσει να εφεύρη, το οποίον ονομάζουσι αφορισμόν, εκδύουσι τους πλουσίους και πτωχούς. Κι αν πολλάκις μ' έταιρον κατεβατόν με ευχάς, ευλογίας και συγχώρησιν, διαλύουσι τον αφορισθέντα, δι άλλο τέλος δεν το κάμνουσι, παρά δια να ημπορέσωσι να τον ξαναφορίσωσι. Επειδή τον αφορισθέντα δεν δύνανται να τον ξαναφορίσωσι, αν πρώτον δεν τον συγχωρήσωσι [2]. Μετά τον αφορισμόν, οπού είναι το πρώτον τους άρμα, έπονται οι αγιασμοί και τα μνημόσυνα [3]. Και τέλος πάντων το μεγαλύτερον κέρδος των είναι αι κληρονομίαι και τα χαρίσματα [4]. Αν εις αυτά εύρη ανθίστασιν, τότε ευθύς αφορίζει, δεν δίδει την άδειαν των ιερέων να βαπτίσουν το γεννηθέν βρέφος, ούτε να θάψουν τον νεκρόν...
Ποίος δεν βλέπει, ώ Έλληνες, τον αφανισμόν, οπού εις την Ελλάδα προξενεί την σήμερον το ιερατείον;
Εκατόν χιλιάδες, και ίσως περισσότεροι, μαυροφορεμένοι [5] ζώσιν αργοί και τρέφονται από τους ιδρώτας των ταλαιπώρων και πτωχών Ελλήνων. Τόσαι εκατοντάδες μοναστήρια, οπού πανταχόθεν ευρίσκονται, είναι τόσαι πληγαί εις την πατρίδα, επειδή, χωρίς να την ωφελήσουν εις το παραμικρόν, τρώγοσι τους καρπούς της και φυλάττουσι τους λύκους, δια να αρπάζουν και ξεσχίζουν τα αθώα και ιλαρά πρόβατα της ποίμνης του Χριστού [6]. Ιδού, ώ Έλληνες, αγαπητοί μου αδελφοί, η σημερινή αθλία και φοβερά κατάστασις του ελληνικού ιερατείου, και η πρώτη αιτία οπού αργοπορεί την ελευθέρωσιν της Ελλάδος.
Αυτοί οι αμαθέστατοι, αφού ακούσουν ελευθερίαν, τους φαίνεται μια αθανάσιμος αμαρτία. Τι λοιπόν διδάσκουσι τον απλούστατον λαόν; Τι στοχάζεσθε να λέγωσιν οι ιεροκήρυκες επ' εκκλησίας; Φέρουσιν ίσως τας παραβολάς του Ευαγγελίου δια να παρακινήσωσιν τους ακροατάς εις την ομόνοιαν; Εξηγούσιν ίσως την πρώτην και μεγάλην εντολήν του "αγάπα τον πλησίον σου ως εαυτόν"; Λέγουσιν ίσως ποτέ, ποίος είναι ο πλησίον και ποίος ο ξένος; Αναφέρουσι ποτέ το ρητόν "Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος"; Εξηγούσι ποτέ τι εστί πατρίς; Λέγουσι πώς και πότε και ποίοι πρώτον πρέπει να την βοηθήσουν; Φέρουσι ποτέ τα παραδείγματα του Θεμιστοκλέους, του Αριστείδους, του Σωκράτους και άλλων μυρίων εναρέτων και σοφών; Μας είπον ποτέ ποίοι ήτον, και πόθεν κατάγονται; Μας ανέφερον ποτέ πώς διοικείται ο κόσμος και οποία είναι η καλλιτέρα διοίκησις; Μας εξήγησαν ποτέ τι εστί αρετή, και οποία είναι τα μέσα δια να την αποκτήση τινάς, και πότε λάμπει η αρετή; Και ποίος να μας τα ειπή, αν δεν τα λέγουσιν αυτοί;
Φεύ! βαβαί της αθλιότητός μας! Οι ιεροκήρυκες αρχινούν από την ελεημοσύνην και τελειώνουν εις την νηστείαν [7]. Πώς θέλεις λοιπόν να εξυπνήσουν οι Έλληνες από την ομίχλην της τυραννίας; Οι ιεροκήρυκες, οι οποίοι ήτον εις χρέος να τους αποδείξωσι την αλήθειαν, δεν το κάμνουσι, Αλλά τι αποκρίνοντα αυτοί οι φιλόζωοι και αυτόματοι ψευδοκήρυκες; "Ο Θεός, αδελφοί, μας έδωσεν την τυραννίαν εξ αμαρτιών μας, και πρέπει, αδελφοί, να την υποφέρωμεν με καλήν καρδίαν και χωρίς γογγυσμόν, και να ευχαριστηθώμεν εις ότι κάμνει ο Θεός". Και ύστερα από τέτοια ξυλολογήματα λέγουσι και το ρητόν "όν αγαπά Κύριος, παιδεύει"...
Ώ αδελφοί μου Έλληνες, ίσως δεν καταλαμβάνετε πόσην δύναμιν έχωσι τα λόγια των καλογήρων και των πνευματικών εις τας ψυχάς των απλουστάτων ακροατών. Πόσον ογληγορώτερα ηθέλαμεν ελευθερωθή από τον οθωμανικόν ζυγόν, αν οι πνευματικοί δεν ήτο αμαθείς, καθώς είναι, και αν εδίδασκον εις την εξομολόγησιν με γλυκά λόγια την αλήθειαν και την αρετήν, την ελευθερίαν και την ομόνοιαν, και όλα τα μέσα της ανθρωπίνης ευτυχίας. Αλλά πώς να φωτίσουν οι εσκοτισμένοι και να διδάξουν οι αμαθείς; Ας σιωπήσουν το λοιπόν, αν δεν ηξεύρουν τι να ειπούν...
Ας εξετάσωμεν τώρα τας αιτίας, οπού αποκαταστώσιν εύκολον την επανόρθωσιν των Ελλήνων: πρώτη λοιπόν, είναι η προχώρησις του γένους μας εις τα μαθήματα. Ώ, πόση διαφορά ευρίσκεται εις την Ελλάδα από δέκα χρόνους έως την σήμερον! Μεγάλη, ώ αδελφοί μου, μεγαλοτάτη, και καθ' εκάστην προς το κρείττον φέρεται. Τώρα άρχισαν αι Μούσαι να αναλάβουν, και πάλιν να επανορθωθώσιν εις τα χρυσόχροα όρη της Ελλάδος. Ο Απόλλων πάλιν εμφανίσθη εις το αρχαίον του παλάτιον. Δεν ευρίσκεται πόλις την σήμερον, οπού να μην έχη δυο και τρία σχολεία.
Εξαλείφθη εις τα περισσότερα μέρη η δεισιδαιμονία των γραμματικών, και οι νέοι ήρχισαν να μεταχειρίζονται τον αξιοτιμιώτερον καιρόν της ζωής των εις γνώσεις ωφελίμους, και όχι να τον εξοδεύουν εις το να εκστηθίζωσι λέξεις. Η Λογική και Φυσική άνοιξαν τους οφθαλμούς των περισσοτέρων∙ ούτε οι διδάσκαλοι την σήμερον έχουσι εκείνην την ενοχλητικήν και βραδείαν μέθοδον της παραδόσεως, ούτε οι μαθηταί φυλάττουσι την οκνηρίαν και αμέλειαν, οπού είχον, αλλ' αμφότεροι, με άκραν ευχαρίστησιν και επιμέλειαν αντλίζουν από την ανεξάντλητον πηγήν της μαθήσεως εκείνα τα φώτα, οπού στολίζουσιν το ανθρώπινον πνεύμα και το αποδεικνύουσιν άξιον του πλάστου του...
Εις αυτά κράζω διά μάρτυρας όλους σας, ώ Έλληνες, και μάλιστα όσους έχουσιν υιούς [8]. Τα σχολεία δεν είναι πλέον έρημα ως και πρότερον, αλλά το καθέν περιέχει πενήντα και εκατόν μαθητάς, οίτινες αφού ανέγνωσαν τον ηδύτατον Ξενοφώντα, τον νουνεχή Πλούταρχον και τους λοιπούς ιστορικούς φιλοσόφους των προγόνων μας, εγνώρισαν τον βόρβορον της τυραννίας και κλαίουσι πικρώς δια την δυστυχίαν της πατρίδος μας. Δεν προφέρουσι πλέον το όνομα της ελευθερίας με φόβον, μήπως και τους ακούσωσιν οι προεστοί ή οι αρχιερείς και τους κηρύξουσιν αθέους, ως πρότερον έκαμνον, αλλά το προφέρουσι με εκείνο το θάρρος, οπού οι δούλοι δεν ημπορούν να έχωσι...

Σημειώσεις του συγγραφέα:

[1] Ας με συμπαθήση ο αναγνώστης δια την υπερβολήν του λόγου, ωσάν οπού όλοι οι νυν ιερείς, εξαιρώντας, ως προείπον, τινάς, μόλις σπουδάζουν ολίγον τα γραμματικά, και κανείς δεν γνωρίζει ούτε την λέξιν "επιστήμη".
[2] Οι αφορισμοί εις την Ελλάδα, και εξόχως εις τα Ιωάννινα και Πάτραν, ήθελαν νομισθή ευχαί της λειτουργίας από κανένα αλλογενή. Τόσον είναι συχνοί, και σχεδόν κάθε Κυριακήν εις κάθε εκκλησίαν αναγινώσκονται δυο και τρείς αφορισμοί, πάντοτε δε δια ουτιδανοτάτας διαφοράς, και ως επί το πλείστον δια δυο ή τριών γροσίων υπόθεσιν.
[3] Αυτοί οι αναιδέστατοι άνδρες, ευθύς οπού έλθουν εις την Αρχιεπισκοπήν των, υποχρεώνουν όλους τους πολίτας, να τους δεχθώσιν εις τα οσπίτιά των, δια να τους ψάλωσι τον αγιασμόν, και ούτως λαμβάνουσι την πληρωμήν από πενήντα έως δέκα γρόσια το ολιγότερον. Τα δε μνημόσυνα συνίστανται εις το να λειτουργούν δια την ψυχή του αποθανόντος, του οποίου ξεθάπτουν τα οστά και τα ευλογούν.
[4] Όταν απεθάνη κανένας πολίτης της πρώτης ή δευτέρας κλάσεως και το ακούση ο αρχιερεύς, είναι δι αυτόν μια ανεκδιήγητος χαρά, επειδή, δια να ημπορέσουν να τον θάψουν, πρέπει, αφού πληρώσουν τον οθωμανόν τύραννον, να πληρώσουν και τον αρχιερέα. Η ποσότης όμως είναι αόριστος, πότε δέκα χιλιάδες γρόσια, πότε πέντε και το ολιγότερον χίλια. Όταν πάλιν ο πολίτης μισεύη από την πατρίδα του, πρέπει να δώσει ένα χάρισμα του αρχιερέως. Όταν επιστρέφη, πάλιν του χαρίζει. Αλλά τι λέγω του χαρίζη; Και πώς ημπορεί να ονομασθή δώρον εκείνο οπού ζητείται με βίαν;
[5] Οι τοιούτοι, όντες ελεύθεροι από κάθε στοχασμόν και φροντίδα, χαίρονται άκραν υγιείαν, και τρώγοσι δια εκατόν πενήντα χιλιάδας.
[6] Όποιος ήθελε να συνθέση ένα κώδικα εις τα εγκλήματα, και ήθελε να μην παραιτήση κανένα αμάρτημα ανθρώπινον, ας ήθελεν υπάγη εις το Άγιον Όρος, και ανίσως ήθελε εξετάσει τους εκεί κατοικούντας, ήθελε κάμει τον εντελέστερον κώδικα απ' όσους μέχρι της σήμερον εφάνησαν.
[7] Άλλο δεν λέγουσι, ή άλλο δεν ηξεύροσι να είπωσι, παρά να μην φάγη ο λαός λάδι τας Τετράδας και να δώση χρήματα των καλογήρων.
[8] Η Ελλάς χρεωστεί αυτήν την χάριν εκείνων των ολίγων φιλοπάτριδων, οι οποίοι εθυσίασαν μέρος της περιουσίας των και έκτισαν σχολεία, πληρώνοντες όχι μόνον τους διδασκάλους, αλλά και τους ιδίους μαθητάς, όταν είναι πτωχοί. Επλούτισαν τα σχολεία με τα αναγκαιότερα βιβλία, τόσον επιστημονικά καθώς και ηθικά, οπού έκδωσαν εις τύπον, με τα αναγκαία όργανα της μαθηματικής και φυσικής, και, εν ένί λόγω, τα πάντα επρόβλεψαν.

Κόλαφος η "Ελληνική Νομαρχία" στα μεταγενέστερα μυθεύματα, με τα οποία η εκκλησία και η συνεργός της πολιτεία προσπαθούν να μας πείσουν για τον σημαντικό τάχα ρόλο της εκκλησίας στην διατήρηση της Ελληνικής γλώσσας και στην απελευθέρωση της Ελλάδας από τον τουρκικό ζυγό. Αμαθείς, διεφθαρμένοι και ανήθικοι περιγράφονται από τον συγγραφέα της Ελληνικής Νομαρχίας οι εκπρόσωποι της θρησκείας (χωρίς αυτό να αναιρεί την ύπαρξη εξαιρέσεων, οι οποίες όμως επιβεβαιώνουν τον κανόνα). Φανερά, φανερότατα σχολεία, περιγράφονται από τον συγγραφέα, που έκτισαν και συντηρούσαν Έλληνες, οι οποίοι είχαν αποκτήσει ικανή περιουσία και η αγάπη προς την πατρίδα τους ήταν αρκετή ώστε να προσφέρουν αυτό το ευεργέτημα στους συμπατριώτες τους. Όσο για κρυφά σχολειά με τον (αμαθέστατο) εκπρόσωπο του κλήρου, ιερέα ή μοναχό, να διδάσκει στα παιδιά, ούτε υπόνοια. Μάλιστα, το αντίθετο προκύπτει αβίαστα από την ανάγνωση του εξαιρετικού αυτού βιβλίου.
Και όμως, έχουν καταφέρει να πείσουν το "ποίμνιο" στην πλειοψηφία του οτι η Ορθόδοξη Εκκλησία διέσωσε τον Ελληνισμό και την γλώσσα μας στη διάρκεια της τουρκοκρατίας, όταν όλα τα στοιχεία οδηγούν στο αντίθετο συμπέρασμα.

Ας δούμε και ένα μικρό απόσπασμα από τον Λόγο του Κολοκοτρώνη στην Πνύκα:

...
Σαν είδε τούτο ο Σουλτάνος, διόρισε έναν Βιτσερέ (Αντιβασιλέα), έναν Πατριάρχη και του έδωσε την εξουσία της εκκλησίας. αυτός και ο λοιπός κλήρος έκαμαν ότι τους έλεγε ο Σουλτάνος. Ύστερον έγιναν οι Κοτζαμπάσηδες (προεστοί) εις όλα τα μέρη. Η τρίτη τάξις, οι έμποροι, και οι προκομμένοι, το καλλίτερο μέρος των πολιτών, μη υποφέροντες τον ζυγό, έφευγαν και οι γραμματισμένοι επήραν και έφυγαν από την Ελλάδα, την πατρίδα των, και έτσι έμεινε ο λαός, όστις, στερημένος από τα μέσα της προκοπής, εκατήντησεν εις αθλίαν κατάσταση, και αυτή αύξαινε κάθε ημέρα χειρότερα∙ διότι, αν ευρίκετο μεταξύ του λαού κανείς με ολίγην μάθηση, τον ελάμβανε ο κλήρος, όστις έχαιρε προνόμια, ή εσύρετο από τον έμπορο της Ευρώπης ως βοηθός του, ή εγίνετο γραμματικός του προεστού. Και μερικοί, μην υποφέροντες την τυρανίαν του Τούρκου και βλέποντες τες δόξες και τες ηδονές, οπού ανελάμβαναν αυτοί, άφιναν την πίστη τους και εγίνοντο Μουσουλμάνοι. Και τοιουτοτρόπως κάθε ημέρα ο λαός ελίγνευε και επτώχαινε.
Εις αυτήν την δυστυχισμένη κατάστση μερικοί από τους φυγάδες γραμματισμένους εμετέφραζαν και έστελναν εις την Ελλάδα βιβλία∙ και εις αυτούς πρέπει να χρωστούμε ευγνωμοσύνη, διότι ευθύς οπού κανένας άνθρωπος από το λαό εμάνθανεν τα κοινά γράμματα, εδιάβαζεν αυτά τα βιβλία, και έβλεπε ποίους είχαμε προγόνους, τι έκαμεν ο Θεμιστοκλής, ο Αριστείδης, και άλλοι πολλοί παλαιοί μας, και εβλέπαμε και εις ποίαν κατάσταση ευρισκόμεθα τότε. Όθεν μας ήλθεν εις τον νου να τους μιμηθούμε, και να γίνομε ευτυχέστεροι. Και έτσι έγινεν και επροόδευσεν η Εταιρεία...

Και ένα μικρό πέρασμα από τα Απομνημονεύματα του Κολοκοτρώνη: Κοντά στο τέλος του Γ΄ μέρους συναντάμε τα παρακάτω:

Εις τον καιρό της νεότητος οπού ημπορούσα να μάθω κάτι, σχολεία, ακαδημίαι δεν υπήρχαν, μόλις ήσαν μερικά σχολεία, εις τα οποία εμάθαιναν να γράφουν και να διαβάζουν. Οι παλαιοί κοντζαμπασήδες οπού ήσαν οι πρώτιστοι του τόπου, μόλις ήξευραν να γράφουν το όνομά τους. Το μεγαλήτερο μέρος των αρχιερέων δεν ήξευρε παρά εκκλησιαστικά κατά πράξιν, κανένας όμως δεν είχε μάθησι. Το ψαλτήρι το 'κτωήχι, ο μηναίος, άλλαι προφητείαι, ήσαν τα βιβλία οπού ανέγνωσα. Δεν είναι παρά αφού επήγα εις την Ζάκυνθο οπού ευρήκα την ιστορία της Ελλάδος εις την απλοελληνικήν. Τα βιβλία οπού εδιάβαζα συχνά ήτον η ιστορία της Ελλάδος, η ιστορία του Αριστομένη και Γοργώ και η ιστορία του Σκεντέρμπεη...

Ούτε ίχνος υποψίας δεν μπορεί να γεννήσουν τα ντοκουμέντα της εποχής εκείνης, που να ζωγραφίζει στο μυαλό μας την εικόνα του μαυροντυμένου και μορφωμένου ιερέα ή μοναχού να διδάσκει τα Ελληνόπουλα κάτω από το φώς του κεριού.

Ένας ακόμα μύθος της "Ελληνορθόδοξης" προπαγάνδας, αλλά απλά ... μόνο μύθος.

2 σχόλια:

Stelios Frang είπε...

Αυτά τα κείμενα έπρεπε να μπαίνουν αυτούσια και ασχολίαστα στα σχολικά βιβλία! Τι να τα κάνεις τα σχόλια, όταν η απλότητα του κειμένου μαρτυράει την πάσα αλήθειαν...

Ερινύα είπε...

Δυστυχώς, από όσα έχω αντιληφθεί σχετικά με την πλύση εγκεφάλου και τα αποτελέσματά της στο ποίμνιο των διδασκομένων, είναι δυνατόν να μην παράγονται στα μυαλά τους οι αυτονόητοι συνειρμοί από την ανάγνωση των κειμένων (όταν τα προφανή συμπεράσματα αυτών των συνειρμών έρχονται σε αντίθεση με τα μπολιασμένα - στους ποιμνιακούς εγκεφάλους - δόγματα).

Χρειάζονται και κάποια σχόλια ή και ερωτήσεις, ώστε να "εξαναγκασθεί" η σκέψη να ακολουθήσει άλλο μονοπάτι, αντίθετης κατεύθυνσης από τον καθιερωμένο μονόδρομο!